ἀλεκτρυονοπώλης

ἀλεκτρυονοπώλης
ἀλεκτρυ-ονοπώλης, ου, ,
A poulterer, Poll.7.136.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • αλεκτρυονοπώλης — ἀλεκτρυονοπώλης, ο (Α) ορνιθοπώλης. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἀλεκτριών όνος + πώλης < πωλῶ] …   Dictionary of Greek

  • αλεκτρυών — Μυθολογικό πρόσωπο Ο Α. ήταν νεαρός φίλος του Άρη, ο οποίος, κάθε φορά που ο θεός του πολέμου συναντιόταν με την Αφροδίτη, καθόταν φρουρός έξω από το δωμάτιο για να τους προειδοποιεί όταν έβγαινε ο ήλιος. Μια νύχτα, όμως, ο Α. αποκοιμήθηκε και ο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”